Προσφυγή κατά προστίμου της Επιτροπής Ανταγωνισμού (ΔΕφΑθ 2313/2023)
Για τη διαμόρφωση πλήρους δικανικής πεποίθησης, το δικαστήριο δεν είναι ανάγκη να διαθέτει άμεση απόδειξη, αλλά αρκεί από την εκτίμηση των αποδεικτικών μέσων να δύναται αιτιολογημένως να συναγάγει δικαστικό τεκμήριο ότι η παράβαση έχει πραγματικά διαπραχθεί
Διοικητικό Εφετείο Αθηνών, Αριθμός Απόφασης: 2313/2023 (Τμήμα 18ο Τριμελές)
Πρόεδρος: Άννα Ατσαλάκη, Πρόεδρος Εφετών Δ.Δ.
Εισηγήτρια: Αγλαϊα Θέμου - Δημητροπούλου, Εφέτης Δ.Δ.
Προσφυγή κατά απόφασης της Ολομέλειας της Επιτροπής Ανταγωνισμού, με την οποία επιβλήθηκε σε βάρος της προσφεύγουσας χρηματικό πρόστιμο, για το λόγο ότι αυτή έλαβε μέρος, κατά παράβαση του άρθρου 1 του ν.703/1977, σε απαγορευμένη ανταγωνιστική πράξη με σκοπό τη νόθευση διαγωνισμού.
Διατάξεις ν.703/1977 (Α’278) και ερμηνεία ότι απαγορεύεται κάθε συμφωνία που έχει ως αντικείμενο τον περιορισμό, την παρεμπόδιση ή τη νόθευση του ανταγωνισμού και συνεπάγεται τη δυνατότητα επιβολής από την Επιτροπή Ανταγωνισμού των κυρώσεων που προβλέπονται από την εν λόγω νομοθεσία.
Ερμηνεία, περαιτέρω, περί του τι συνιστά «συμφωνία» και «εναρμονισμένη πρακτική» μεταξύ των επιχειρήσεων, καθώς και ποιες εκδηλώσεις συμπεριφοράς παρέχουν ευθέως ενδείξεις για την ύπαρξη σύμπραξης μεταξύ επιχειρήσεων και του περιεχομένου αυτής.
Διαβάστε επίσης: Προσφυγή κατά πράξης που επέβαλε πρόστιμο και αναστολή λειτουργίας σε βάρος καταστήματος υγειονομικού ενδιαφέροντος
Το Δικαστήριο της ουσίας, εκδικάζοντας προσφυγή κατά πράξης της Επιτροπής Ανταγωνισμού για στοιχειοθέτηση «εναρμονισμένης πρακτικής» και προκειμένου να διαμορφώσει πλήρη δικανική πεποίθηση για τη διάπραξη της παράβασης, δεν είναι ανάγκη να διαθέτει άμεση απόδειξη, αλλά αρκεί από την εκτίμηση των αποδεικτικών μέσων να δύναται αιτιολογημένως να συναγάγει δικαστικό τεκμήριο ότι η παράβαση έχει πραγματικά διαπραχθεί.
Διαπίστωση ότι η προσφεύγουσα προέβη σε ενέργειες που εμπίπτουν στην έννοια των συμφωνιών/εναρμονισμένων πρακτικών του άρθρου 1 του ν.703/1977. Διάφοροι λόγοι προσφυγής. Κρίση ότι δεν εθίγη το τεκμήριο αθωότητας και η αρχή της αμεροληψίας της προσφεύγουσας από την καταγραφή γεγονότων, διότι η μνεία αυτή δεν αποτελεί πρόωρη κρίση περί ενοχής της προσφεύγουσας και ότι η ύπαρξη μιας συμφωνίας/εναρμονισμένης πρακτικής μπορεί να συναχθεί από έναν αριθμό ενδείξεων, που αυτοτελώς και αποσπασματικώς εξεταζόμενες είναι ανεπαρκείς, συνεκτιμώμενες, όμως, αρκούν για να στηρίξουν δικαστικό τεκμήριο για τη διάπραξη της παράβασης.
Κρίση ότι η προσφεύγουσα υπέπεσε στην παράβαση και ότι το χρηματικό πρόστιμο νομίμως επιβλήθηκε. Απορρίπτει την προσφυγή.
Πηγή: adjustice.gr