Όγδοη απόφαση για την αντισυνταγματικότητα της επιβολής τέλους δικαστικού ενσήμου στις εκκρεμείς αναγνωριστικές αγωγές
04/10/2021
05/10/2021
Απόσπασμα απόφασης:
Περαιτέρω, η αγωγή είναι επαρκώς ορισμένη και νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων που αναφέρονται στην προηγηθείσα νομική σκέψη, σε συνδυασμό με εκείνες των άρθρων 70 και 176 ΚΠολΔ, πλην του παρεπομένου αιτήματος περί κήρυξης της απόφασης προσωρινά εκτελεστής, το οποίο μετά την ολική τροπή της από καταψηφιστική σε αναγνωριστική πρέπει να απορριφθεί ως μη νόμιμο, διότι οι αναγνωριστικές αποφάσεις δεν εκτελούνται. Πρέπει επομένως η αγωγή να ερευνηθεί περαιτέρω κατ' ουσία, χωρίς να απαιτείται στην προκειμένη περίπτωση, κατά την άποψη της πλειοψηφίας, η καταβολή τέλους δικαστικού ενσήμου, που εκ περισσού καταβλήθηκε, καθόσον η διάταξη του άρθρου 42 παρ. 2 του Ν. 4640/2019 (ΦΕΚ Α190/30-11- 2019}, που προβλέπει ότι υπόκεινται σε δικαστικό ένσημο και οι εκκρεμείς κατά τη θέσπιση του ανωτέρω νόμου αναγνωριστικές αγωγές ενώπιοv του Πολυμελούς Πρωτοδικείου εφόσον εισάγοντα, προς συζήτηση μετά την 1/1/2020, ως εν προκειμένω, είτε ασκήθηκαν εξαρχής ως αναγνωριστικές είτε ως καταψηφιστικές που ετράπησαν ακολούθως σε αναγνωριστικές, αντίκειται στη διάταξη του άρθρου 20 του Συντάγματος και συνεπώς δεν εφαρμόζεται, αφού επιβάλλει αναδρομικά και όλως αιφνιδιαστικά στον ενάγοντα δυσβάστακτο οικονομικό βάρος που δεν ήταν δυνατό να προβλεφθεί από αυτόν δί ως να ασκεί νομική επιρροή ο χρόνος μετατροπής του καταψηφιστικού αιτήματος της κρινόμενης αγωγής σε αναγνωριστικό κατά την έναρξη ισχύος του Ν. 4640/2019, αφ6ύ σε κάθε περίπτωση αυτή ασκήθηκε πριν την έναρξη ισχύος του (βλ. και ΠολΠρΠατρ 94/2020, ΠολΠρΘεσ 4609/2020 ΤρΝόμΠλ ΝΟΜΟΣ). Πρέπει επομένως, γενομένου δεκτού του σχετικού αιτήματος του ενάγοντος, να διαταχθεί η επιστροφή σε αυτόν του υπ' αριθμ. ……………….. ηλεκτρονικού παραβόλου μετά της συνημμένης σε αυτό, από 1/4/2021, απόδειξης πληρωμής της τράπεζας ΠΕΙΡΑΙΩΣ.
Ένα όμως μέλος του Δικαστηρίου αυτού, ο Πρωτοδίκης Ιωάννης Αγγελόπουλος, είχε τη γνώμη ότι η διάταξη του άρθρου 42 παρ. 2 του Ν. 4640/2019 (ΦΕΚ Α'190/30-11-2019), που προβλέπει την καταβολή τέλους δικαστικού ενσήμου και επί αγωγών που ασκήθηκαν ενώπιον του πολυμελούς πρωτοδικείου ως καταψηφιστικές πριν τη δημοσίευση του νόμου αυτού, αλλά περιορίστηκαν σε αναγνωριστικές σε μεταγενέστερο χρόνο, δηλαδή μετά τη δημοσίευσή του, εφόσον συζητήθηκαν μετά την 1/1/2020, δε συνεπάγεται ανεπίτρεπτο αιφνιδιασμό του ενάγοντος που περιορίζει το δικαίωμά του προς παροχή δικαστικής προστασίας και επομένως δεν είναι αντισυνταγματική, διότι στην περίπτωση αυτή ο ενάγων έχει, κατά τον χρόνο τροπής της αγωγής του σε αναγνωριστική, πλήρη γνώση των δικονομικών προϋποθέσεων που απαιτούνται για τη συζήτησή της, στις οποίες περιλαμβάνεται και η καταβολή δικαστικού ενσήμου (βλ. και Π 1485/2018 ΤρΝομΠλ ΝΟΜΟΣ, ΤριμΕφΛαρ 123/2019 ΤρΝομΠλ ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ, ΤριμΕφΑθ 296/2018 ΤρΝομΠλ ΝgΜοΣ, ΤρψΕφΘεσ 1354/2016 Αρμ 2017,1381, νι9 όμοια αντιμετώπιση του ζητήματος στα πλαίσια τοJ νομοθετικού καθεστώτος των άρθρων 72 παρ. 14 του Ν. 3994/2011 και 21Ιπbρ. 2 του Ν. 4055/2012, με τους οποίους εισήχθη το πρώτον η υποχρέωση καταβολής δικαστικού ενσήμου επί αναγνωριστικών αγωγών δια της αντικατάστασης του άρθρου 7 παρ. 3 του Ν. 1544/1942, πριν αυτό αντικατασταθεί εκ νέου με το άρθρο 33 του νόμου 4446/2016).
Εν προκειμένω δε, η κρινόμενη αγωγή κατατέθηκε στις 27/11/2019, ήτοι πριν την αντικατάσταση του άρθρου 7 παρ. 3 του Ν. 1544/1942 δια του άρθρου 42 του Ν. 4640/2019 (ΦΕΚ Α190/30-11-2019), πλην όμως τράπηκε σε αναγνωριστική με τις προτάσεις του ενάγοντος που προκατατέθηκαν στις 6/3/2020, δηλαδή μετά τη δημοσίευση του νόμου αυτού, γεγονός που συνεπάγεται ότι υπόκειται σε δικαστικό ένσημο και ότι το αίτημα του ενάγοντος περί απόδοσης του ανωτέρω καταβληθέντος ενσήμου έπρεπε να απορριφθεί ως αβάσιμο.
Αναλυτικά η απόφαση:
Αριθμός απόφασης: 11605/2021 (Αριθμός έκθεσης κατάθεσης αγωγής:…………) (Αριθμός έκθεσης κατάθεσης προσεπίκλησης -
παρεμπίπτουσας αγωγής: ………..) (Αριθμός έκθεσης κατάθεσης πρόσθετης
παρέμβασης ………….)
το ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές Άννα Τσόρμπα Πρόεδρο Πρωτοδικών, Ιωάννη Αγγελόπουλο Πρωτοδίκη - Εισηγητή, Παντελή Μποροδήμο Πρωτοδίκη και από τη γραμματέα Ελένη Παπαγεωργοπούλου.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του την 5/4/2021, για να δικάσει:
(Α) την αγωγή με ειδικό αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………….. μεταξύ:
ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΝΤΟΣ: ………………… κατοίκου ………………., οδός …………………….., ο οποίος παραστάθηκε, δια των πληρεξουσίων του δικηγόρων Μαρίας Δαβιώτη (ΑΜ ΔΣΘ 11097), που παρουσιάσθηκε αυτοπροσώπως στο ακροατήριο και Νικολάου Διαλυνά (ΑΜ ΔΣΘ 1529) που προκατέθεσε έγγραφες προτάσεις άνευ αυτοπρόσωπης παρουσίας του στο ακροατήριο.
ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ: (α) ………….. του ……….., κατοίκου …………, οδός …………. », που εδρεύει στη Θεσσαλονίκη, επί της δυτικής περιφερειακής οδού, περιοχή ............ και εκπροσωπείται νόμιμα (ΑΦΜ ............), που παραστάθηκαν δια του πληρεξουσίου τους δικηγόρου ……….η (ΑΜ ΔΣΘ ……….), που προκατέθεσε έγγραφες προτάσεις άνευ αυτοπρόσωπης παρουσίας του στο ακροατήριο. Συμπαραστάθηκαν οι ασκούμενοι δικηγόροι ………………………….
(Β) την προσεπίκληση - παρεμπίπτουσα αγωγή με ειδικό αριθμό έκθεσης κατάθεσης …………, μεταξύ:
ΤΟΥ ΠΡΟΣΕΠΙΚΑΛΟΥΝΤΟΣ - ΠΑΡΕΜΠΙΠΤΟΝΤΩΣ
ΕΝΑΓΟΝΤΟΣ: ……………….., που εδρεύει στη Θεσσαλονίκη, επί της δυτικής περιφερειακής οδού, περιοχή Ευκαρπίας και εκπροσωπείται νόμιμα (ΑΦΜ …….), που παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου του δικηγόρου Αθανασίου Γεωργιάδη (ΑΜ ΔΣΘ ………..), ο οποίος προκατέθεσε έγγραφες προτάσεις άνευ αυτοπρόσωπης παρουσίας του στο ακροατήριο. Συμπαραστάθηκαν οι ασκούμενοι δικηγόροι ……………….
ΤΗΣ ΠΡΟΣΕΠΙΚΑΛΟΥΜΕΝΗΣ - ΠΑΡΕΜΠΙΠΤΟΝΤΩΣ ΕΝΑΓΟΜΕΝΗΣ: Ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρίας με την επωνυμία ………….., που εδρεύει στην …….., …………… (ΑΦΜ …………..), η οποία παραστάθηκε δια της πληρεξουσίας της δικηγόρου ………………….., που προκατέθεσε έγγραφες προτάσεις άνευ αυτοπρόσωπης παρουσίας της στο ακροατήριο.
(Γ) την πρόσθετη παρέμβαση με ειδικό αριθμό έκθεσης κατάθεσης …………….: ΤΗΣ ΠΡΟΣΘΕΤΩΣ ΠΑΡΕΜΒΑΙΝΟΥΣΑΣ ΥΠΕΡ ΤΟΥ ΤΡΙΤΟΥ ΕΝΑΓΟΜΕΝΟΥ ............: Ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρίας με την επωνυμία …………………, που εδρεύει στην …………., ………………..(ΑΦΜ ………….), η οποία παραστάθηκε δια της πληpεξουσίας της δικηγόρου ………………….., που προκατέθεσε έγγραφες προτάσεις άνευ αυτοπρόσωπης παρουσίας της στο ακροατήριο.
ΤΟΥ ΚΑΘ' ΟΥ Η ΠΡΟΣΘΕΤΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ: ……………………., κατοίκου …………………….,'………………… (ΑΦΜ …………..), ο οποίος παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου του δικηγόρου Νικολάου Διαλυνά (ΑΜ ΔΣΘ 1529) που προκατέθεσε έγγραφες προτάσεις άνευ αυτοπρόσωπης παρουσίας του στο ακροατήριο.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Οι εκκρεμείς ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου κύρια αγωγή, προσεπίκληση μετά της σωρευομένης σε αυτήν παρεμπίπτουσας αγωγής και πρόσθετη παρέμβαση, οι οποίες είναι συναφείς μεταξύ τους και υπάγονται στην ίδια τακτική διαδικασία, πρέπει να συνεκδικασθούν, διότι με τον τρόπο αυτόν διευκολύνεται η διεξαγωγή της δίκης και επέρχεται μείωση των εξόδων (άρθρα 31 παρ. 1, 246 ΚΠολΔ).
Από τις διατάξεις των άρθρων 298, 299, 330 εδ. βΊ 914 και 932 ΑΚ προκύπτει ότι η αδικοπρακτική ευθύνη προς αποζημίωση και ικανοποίηση της ηθικής βλάβης ή της ψυχικής οδύνης προϋποθέτει συμπεριφορά παράνομη και υπαίτια, επέλευση περιουσιακής ζημίας και ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης και ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της συμπεριφοράς του δράστη και της, περιουσιακού ή μη χαρακτήρα, ζημίας. Για την κατάφαση της παρανομίας δεν απαιτείται οπωσδήποτε παράβαση συγκεκριμένου κανόνα δικαίου, αλλά αρκεί και η αντίθεση της συμπεριφοράς στο γενικότερο πνεύμα του δικαίου ή στις επιταγές της έννομης τάξεως. Έτσι, παρανομία συνιστά και η παράβαση της γενικής υποχρέωσης πρόνοιας και ασφάλειας στο πλαίσιο της συναλλακτικής και γενικότερα της κοινωνικής δραστηριότητας των ατόμων, δηλαδή η παράβαση της υποχρέωσης για τη λήψη μέτρων επιμέλειας προς αποφυγή προκλήσεως ζημίας σε έννομα αγαθά τρίτων προσώπων, η οποία απορρέει από τη θεμελιώδη δικαιϊκή αρχή της κοινωνικώς επιβεβλημένης συνεπούς συμπεριφοράς. Αμέλεια, ως μορφή υπαιτιότητας, υπάρχει όταν ο δράστης παρέλειψε να καταβάλει την επιμέλεια που επιβαλλόταν, με μέτρο σύγκρισης τη συμπεριφορά του μέσου συνετού και επιμελούς εκπροσώπου τοu κύκλου δραστηριότητάς του, με συνέπεια να επέλθει ορισμένο ζημιογόνο αποτέλεσμα, το οποίο είτε δεν προέβλεψε καθόλου είτε το προέβλεψε μεν ως ενδεχόμενο, ήλπισε όμως ότι θα το αποφύγει. Εξάλλου, αιτιώδης σύνδεσμος υφίσταται, όταν η παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά του δράστη ήταν ικανή, σύμφωνα με τα διδάγματα της κοινής πείρας και κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, να προκαλέσει τη ζημία που πράγματι επέφερε στη συγκεκριμένη περίπτωση. Η συνδρομή των ανωτέρω προϋποθέσεων θεμελ1ώνει και την αδικοπρακτική ευθύνη του ιατρού για ζημία ποu προκαλείται από αυτόν κατά την παροχή των υπηρεσιών του. Ειδικότερα, ο ιατρός ευθύνεται σε αποζημίωση για τη ζημία που υπέστη ο ασθενής του από κάθε αμέλειά του, ακόμη και ελαφρά, εάν κατά τηv εκτέλεση των ιατρικών καθηκόντων του παρέβη την υποχρέωση επιμέλειάς του να ενεργήσει σύμφωνα με τις θεμελιώδεις αρχές της ιατρικής επιστήμης. Αντιθέτως, δε φέρει καμία ευθύνη αν ενήργησε σύμφωνα με τους πιο πάνω κανόνες (lege artίs) και ειδικότερα αν ενήργησε όπως θα ενεργούσε κάτω από τις ίδιες συνθήκες και περιστάσεις και έχοντας στη διάθεσή του τα ίδια μέσα, ένας μέσος, συνετός και επιμελής ιατρός. Την ευθύνη αυτή του ιατρού καλύπτει και η ρυθμιστική εμβέλε1α του άρθρου 8 του ν. 2251/1994 για την προστασία των καταναλωτών, το οποίο ορίζει, μεταξύ άλλων, ότι: «ο παρέχων υπηρεσίες ευθύνεται για κάθε ζημία που προκάλεσε υπαιτίως κατά την παροχή των υπηρεσιών» (παρ. 1), ότι «ως παρέχων υπηρεσίες θεωρείται όποιος παρέχει κατά τρόπο ανεξάρτητο υπηρεσία στο πλαίσιο της άσκησης επαγγελματικής δραστηριότητας» (παρ. 2 εδ. β'), ότι «ο ζημιωθείς υποχρεούται να αποδείξει τη ζημία και την αιτιώδη συνάφεια μεταξύ της παροχής της υπηρεσίας και της ζημίας» (παρ. 3), ότι «ο παρέχων τις υπηρεσίες φέρει το βάρος της απόδειξης της έλλειψης υπαιτιότητας» (παρ. 4 εδ. α1), ότι «για την εκτίμηση της έλλειψης υπαιτιότητας λαμβάνονται υπόψη η ευλόγως προσδοκώμενη ασφάλεια και το σύνολο των ειδικών συνθηκών και ιδιαίτερα: α) η φύση και το αντικείμενο της υπηρεσίας, ιδίως σε σχέση με τον βαθμό επικινδυνότητάς της, β) η εξωτερική μορφή της υπηρεσίας, γ) ο χρόνος παροχής της υπηρεσίας, δ) η ελευθερία δράσης που αφήνεται στον ζημιωθέντα στο πλαίσιο της υπηρεσίας, ε) το αν ο ζημιωθείς ανήκει σε κατηγορία μειονεκτούντων ή ευπρόσβλητων προσώπων και στ) το αν η παρεχόμενη υπηρεσία αποτελεί εθελοντική προσφορά του παρέχοντος» (παρ. 4 εδ. β') και ότι «μόνη η ύπαρξη ή δυνατότητα τελειότερης υπηρεσίας κατά τον χρόνο παροχής της υπηρεσίας ή μεταγενέστερα δε συνιστά υπαιτιότητα» (παρ. 5). Από τις διατάξεις αυτού του άρθρου προκύπτει ότι στο πεδίο εφαρμογής τοu εμπίπτουν και οι ιατρικές υπηρεσίες, διότι ο παρέχων αυτές ιατρός ενεργεί κατά τρόπο ανεξάρτητο, δεν υπόκειται δηλαδή σε συγκεκριμένες υποδείξεις ή οδηγίες του αποδέκτη των υπηρεσιών - ασθενούς, αλλά έχει την πρωτοβουλία και την ευχέρεια να προσδιορίζει τον τρόπο παροχής των υπηρεσιών του. Εξάλλου, για τη θεμελίωση αδικοπρακτικής ιατρικής ευθύνης απαιτείται παράνομη και υπαίτια πρόκληση ζημίας, προϋποθέσεις που συντρέχουν ταυτοχρόνως με βάση τη θεώρηση της αμέλε1ας ως μορφής πταίσματος και ως μορφής παρανομίας (δ1πλή λειτουργία της αμέλειας). Έτσι, αν στο πλαίσιο μιας ιατρικής πράξεως παραβιασθούν οι κανόνες και αρχές της ιατρικής επιστήμης και εμπειρίας ή και 01 εκ τοu γενικού καθήκοντος πρόνοιας και ασφάλειας απορρέουσες υποχρεώσεις επιμέλειας του μέσου συνετού ιατρού της ειδικότητας του ζημιώσαντος, τότε η συμπεριφορά αυτή είναι παράνομη και συγχρόνως υπαίτια. Ενόψει δε της συναφώς καθιερούμενης νόθου αντικειμενικής ευθύνης, με την έννοια της αντιστροφής του βάρους αποδείξεως τόσο ως προς την υπαιτιότητα όσο και ως προς την πα1ανομία, ο ζημιωθείς φέρει το βάρος να αποδείξει την παροχή των υπηρεσιών, τη ζημία του και τον αιτιώδη σύνδεσμο της ζημίας με την εν γένει παροχή των υπηρεσιών, όχι όμως και τη συγκεκριμένη πράξη ή παράλειψη που επέφερε το ζημιογόνο αποτέλεσμα, ενώ ο παρέχων τις υπηρεσίες ιατρός, προκειμένου να απαλλαγεί από την ευθύνη του, πρέπει να αποδείξει είτε την ανυπαρξία παράνομης και υπαίτιας πράξεώς του είτε την έλλειψη αιτιώδους συνδέσμου της ζημίας με την παράνομη και υπαίτια πράξη του είτε τη συνδρομή κάποιου λόγου που συνεπάγεται την άρση ή τη μείωση της ευθύνης του (ΑΠ 853/2017, ΑΠ 1067/2015, ΑΠ 974/2014, ΑΠ 1693/2013, ΑΠ 1227/2007 ΤρΝομΠλ ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, από τη διάταξη του άρθρου 922 ΑΚ, σε συνδυασμό με εκείνες των άρθρων 299, 330 εδ. β•, 914 και 932 του ίδιου Κώδικα, συνάγεται ότι σε περίπτωση πρόκλησης σωματικής βλάβης ή ακόμη σε περίπτωση θανάτου προσώπου από αδικοπρακτική συμπεριφορά του προστηθέντος, η ευθύνη του προστήσαντος προς αποκατάσταση της ζημίας και της τυχόν ηθικής βλάβης του παθόντος ή αντίστοιχα της ψυχικής οδύνης της οικογένειας του θανόντος, προϋποθέτει: α) σχέση πρόστησης, β) παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά του προστηθέντος, τελούσα σε πρόσφορο αιτιώδη σύνδεσμο με την επέλευση της βλάβης και γ) εσωτερική αιτιώδη σχέση μεταξύ της εν λόγω συμπεριφοράς και της εκτέλεσης της ανατεθειμένης στον προστηθέντα υπηρεσίας. Σχέση πρόστησης υπάρχει όταν στο πλαίσιο υφιστάμενης μεταξύ δύο προσώπων (φυσικών ή νομικών) δικαιοπρακτικής ή οποιασδήποτε άλλης βιοτικής σχέσης, διαρκούς ή ευκαιριακής, έστω και παράνομης, το ένα από τα πρόσωπα αυτά (προστήσας) αναθέτει στο άλλο (προστηθέντα), με ή χωρίς αμοιβή, την εκτέλεση ορισμένης υπηρεσίας, υλικής ή νομικής φύσεως, η οποία αποβλέπει στη διεκπεραίωση υποθέσεων και γενικότερα στην εξυπηρέτηση των επαγγελματικών, οικονομικών ή άλλων συμφερόντων του πρώτου και κατά την οποία ο δεύτερος υπόκειται στον έλεγχο ή έστω στις γενικές οδηγίες και εντολές ή μόνο στην επίβλεψη του πρώτου. Πάντως, όταν η εκτέλεση μιας υπηρεσίας έχει ανατεθεί σε πρόσωπα με εξειδικευμένες επιστημονικές ή τεχνικές γνώσεις, ο έλεγχος αυτός δεν είναι απαραίτητο να εκτείνεται στον τρόπο εργασίας των εν λόγω προσώπων, ως προς τον οποίο άλλωστε ο κύριος της υπόθεσης, ελλείψει των σχετικών γνώσεων, δεν είναι σε θέση να τα ελέγξει, αλλά μπορεί και αρκεί να αφορά στην παροχή οδηγιών, έστω και γενικού περιεχομένου, ως προς τον τόπο, τον χρόνο και τους λοιπούς όρους εργασίας των ειδικευμένων προσώπων. Πρόκειται για γνήσια αντικειμενική ευθύνη, δικαιολογητικό λόγο της οποίας αποτελεί το γεγονός ότι ο προστήσας ωφελείται από τις υπηρεσίες του προστηθέντος, διευρύνοντας το πεδίο της επιχειρηματικής του δραστηριότητας και ως εκ τούτου είναι εύλογο να φέρει την ευθύνη για τους κινδύνους που προκύπτουν από τη δραστηριότητα του προστηθέντος (βλ. ΑΠ 181/2011, ΑΠ 1362/2007, ΕφΛαρ 298/2015 ΤρΝομΠλ ΝΟΜΟΣ, ΕφΘεσ 692/2010 Αρμ 2011,1473).
Στην προκειμένη περίπτωση, ο ενάγων ιστορεί με την κρινόμενη από 27/11/2019 αγωγή, κατ' εκτίμηση του περιεχομένου του αγωγικού δικογράφου, ότι στις 5/1/2019 υπεβλήθη στο τρίτο εναγόμενο νοσοκομείο σε επέμβαση θρομβοεμβολεκτομής με καθετήρα για την αφαίρεση θρόμβου στο αριστερό κάτω άκρο του από τον δεύτερο εναγόμενο ιατρό, παρότι αυτός δεν ήταν ακόμη ειδικός αγγειοχειρουργός αλλά απασχολείτο στο εν λόγω νοσοκομείο ως ειδικευόμενος, κατόπιν εντολής και σε κάθε περίπτωση με την έγκριση της πρώτης εναγομέvης αγγειοχειρουργού, που ήταν η θεράποuσα ιατρός του και είχε αναλάβει προηγουμένως να πραγματοποιήσει τη συγκεκριμένη επέμβαση με την έγγραφη συγκατάθεσή του. Ότι ο δεύτερος εναγόμενος διενήργησε πλημμελώς την επέμβαση, καθώς πραγματοποίησε χειρουργική τομή δέκα εκατοστών, που είναι πολύ μεγαλύτερη από τη μέγιστη συνιστώμενη για τέτοιου είδους επεμβάσεις και προκάλεσε υποδόριες κακώσεις κατά την εισαγωγή του καθετήρα μέσω της τομής αυτής, με αποτέλεσμα την τρώση λεμφαγγείων του σε μεγάλο βαθμό, που οδήγησε σε λεμφοίδημα, ορόρροια και ερυσίπελας, ήτοι φλεγμονή του άκρου του. Ότι παρότι έλαβε εξιτήριο στις 7/1/2019, οι επιπλοκές αυτές συνεχίστηκαν και κατά το επόμενο χρονικό διάστημα, με συνέπεια να υποστεί στις 30/1/2019 πνευμονικό οίδημα και πνευμονική εμβολή λόγω φλεβικής θρόμβωσης που προκλήθηκε από το λεμφοiδημα, γεγονός που επιβάρυνε ιδιαίτερα την καρδιακή του λειτουργία, που ήταν ήδη βεβαρυμένη από χρόνια καρδιολογικά προβλήματα. Και ότι επιπρrσθετα η κινητικότητα του αριστερού κάτω άκ1ου του ουδέποτε επανήλθε στα προ της επέμβασης επiπεδα, καθώς παρουσιάζει μόνιμη δυσχέρεια βάδισης, όπως επίσης και αδυναμι.α προστασίας και κάμψης του ποδιού του για μεγάλο διάστημα. Με βάση τα περιστατικά αυτά ζητεί, κατόπιν παραδεκτού περιορισμού του αγωγικού του αιτήματος και ολικής τροπής του από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό (άρθρο 223 ΚΠολΔ), να αναγνωριστεί ότι οι εναγόμενοι υποχρεούνται, καθένας σε ολόκληρο, να του καταβάλουν το ποσό των 200.000 Ευρώ νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής, ως χρηματική ικανοποίηση προς αποκατάσταση της ηθικής βλάβης που υπέστη από την υπαίτια αδικοπρακτική συμπεριφορά των δύο πρώτων εναγομένων ιατρών, που ήταν μέλη του ιατρικού προσωπικού του τρίτου εναγομένου νοσοκομείου. Ζητεί ακόμη να κηρυχθεί η απόφαση που θα εκδοθεί προσωρινά εκτελεστή και να καταδικαστούν 01 εναγόμενοι στα δικαστικά του έξοδα. Με το πιο πάνω περιεχόμενο η αγωγή, που έχει ασκηθεί παραδεκτά δια της επίδοσής της στους εναγομένους εντός 30 ημερών από την, από 27/11/2019, κατάθεσή της, κατ΄άρθρον 215 παρ. 2 ΚΠολΔ και για την οποiα ως εκ περισσού προσκομίζεται το προβλεπόμενο από τη διάταξη του άρθρου 3 παρ. 2 του Ν. 4640/2019 (ΦΕΚ Α'190/30-11-2019) έντυπο έγγραφης ενημέρωσης, ενόψει του χρόνου κατάθεσης αυτής (βλ. τελευταίο εδάφιο της παραπάνω διάταξης), αρμοδίως καθ' ύλην και κατά τόπον φέρεται προς συζήτηση, κατά την τακτική διαδικασία, ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού (άρθρα 14 παρ. 2, 22, 25 παρ. 2 ΚΠολΔ), απορριπτομένης της ένστασης έλλειψης παθητικής νομιμοποίησης των δύο πρώτων εναγομένων για τον λόγο ότι το τρίτο εναγόμενο νοσοκομείο, παρότι λειτουργεί ως ΝΠΙΔ. εκπληρώνει δημόσια αποστολή παροχής υπηρεσιών υγείας εξομοιούμενο με ΝΠΔΔ, με συνέπεια οι υπάλληλοί του να μην υπέχουν αδικοπρακτική ευθύνη έναντι τρίτων, καθώς κατά τη διάταξη του άρθρου 38 παρ. 1 του Ν. 3528/2007, οι δημόσιοι υπάλληλοι ενέχονται μόνο έναντι του Δημοσίου για την αποκατάσταση της ζημίας που αυτό υπέστη από την καταβολή αποζημίωσης σε τρίτο λόγω παράνομης πράξης ή παράλειψής τους κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, οφειλόμενη σε δόλο ή βαριά αμέλειά τους. Τούτο, διότι το τρίτο εναγόμενο «…………………..» αποτελεί, κατά τον συστατικό του νόμο (άρθρο 1 του Ν. 1964/1991 ……….., όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο πρώτο του Ν. 2618/1998), αμιγές νομικό πρόσωπο Ιδιωτικού δικαίου, το οποίο απολαμβάνει οικονομικής και διοικητικής αυτοτέλειας, λειτουργεί με βάση τις αρχές της ιδιωτικής οικονομίας και έχει επιπρόσθετα εξαιρεθεί από το ΕΣΥ (άρθρο 13 παρ. 11 του Ν. 2889/2001). Συνεπώς, τα μέλη του ιατρικού του προσωπικού, στο οποίο ιστορείται ότι ανήκαν οι δύο πρώτοι εναγόμενοι, δεν εκπληρώνουν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους δημόσια υπηρεσία ή υπηρεσία σε ΝΠΔΔ, αλλά υπηρεσία προς ΝΠΙΔ και ευθύνονται έναντι τρίτων για την ζημία που τους προκάλεσαν κατά την παροχή r.ωv υπηρεσιών τους (βλ. και ΑΠ 1988/2013, ΑΠ 1429/2012 ΤρΝομΠλ ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, η αγωγή είναι επαρκώς ορισμένη και νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων που αναφέρονται στην προηγηθείσα νομική σκέψη, σε συνδυασμό με εκείνες των άρθρων 70 και 176 ΚΠολΔ, πλην του παρεπομένου αιτήματος περί κήρυξης της απόφασης προσωρινά εκτελεστής, το οποίο μετά την ολική τροπή της από καταψηφιστική σε αναγνωριστική πρέπει να απορριφθεί ως μη νόμιμο, διότι οι αναγνωριστικές αποφάσεις δεν εκτελούνται. Πρέπει επομένως η αγωγή να ερευνηθεί περαιτέρω κατ' ουσία, χωρίς να απαιτείται στην προκειμένη περίπτωση, κατά την άποψη της πλειοψηφίας, η καταβολή τέλους δικαστικού ενσήμου, που εκ περισσού καταβλήθηκε, καθόσον η διάταξη του άρθρου 42 παρ. 2 του Ν. 4640/2019 (ΦΕΚ Α190/30-11- 2019}, που προβλέπει ότι υπόκεινται σε δικαστικό ένσημο και οι εκκρεμείς κατά τη θέσπιση του ανωτέρω νόμου αναγνωριστικές αγωγές ενώπιοv του Πολυμελούς Πρωτοδικείου εφόσον εισάγοντα, προς συζήτηση μετά την 1/1/2020, ως εν προκειμένω, είτε ασκήθηκαν εξαρχής ως αναγνωριστικές είτε ως καταψηφιστικές που ετράπησαν ακολούθως σε αναγνωριστικές, αντίκειται στη διάταξη του άρθρου 20 του Συντάγματος και συνεπώς δεν εφαρμόζεται, αφού επιβάλλει αναδρομικά και όλως αιφνιδιαστικά στον ενάγοντα δυσβάστακτο οικονομικό βάρος που δεν ήταν δυνατό να προβλεφθεί από αυτόν δί ως να ασκεί νομική επιρροή ο χρόνος μετατροπής του καταψηφιστικού αιτήματος της κρινόμενης αγωγής σε αναγνωριστικό κατά την έναρξη ισχύος του Ν. 4640/2019, αφ6ύ σε κάθε περίπτωση αυτή ασκήθηκε πριν την έναρξη ισχύος του (βλ. και ΠολΠρΠατρ 94/2020, ΠολΠρΘεσ 4609/2020 ΤρΝόμΠλ ΝΟΜΟΣ). Πρέπει επομένως, γενομένου δεκτού του σχετικού αιτήματος του ενάγοντος, να διαταχθεί η επιστροφή σε αυτόν του υπ• αριθμ. ……………….. ηλεκτρονικού παραβόλου μετά της συνημμένης σε αυτό, από 1/4/2021, απόδειξης πληρωμής της τράπεζας ΠΕΙΡΑΙΩΣ. Ένα όμως μέλος του Δικαστηρίου αυτού, ο Πρωτοδίκης Ιωάννης Αγγελόπουλος, είχε τη γνώμη ότι η διάταξη του άρθρου 42 παρ. 2 του Ν. 4640/2019 (ΦΕΚ Α'190/30-11-2019), που προβλέπει την καταβολή τέλους δικαστικού ενσήμου και επί αγωγών που ασκήθηκαν ενώπιον του πολυμελούς πρωτοδικείου ως καταψηφιστικές πριν τη δημοσίευση του νόμου αυτού, αλλά περιορίστηκαν σε αναγνωριστικές σε μεταγενέστερο χρόνο, δηλαδή μετά τη δημοσίευσή του, εφόσον συζητήθηκαν μετά την 1/1/2020, δε συνεπάγεται ανεπίτρεπτο αιφνιδιασμό του ενάγοντος που περιορίζει το δικαίωμά του προς παροχή δικαστικής προστασίας και επομένως δεν είναι αντισυνταγματική, διότι στην περίπτωση αυτή ο ενάγων έχει, κατά τον χρόνο τροπής της αγωγής του σε αναγνωριστική, πλήρη γνώση των δικονομικών προϋποθέσεων που απαιτούνται για τη συζήτησή της, στις οποίες περιλαμβάνεται και η καταβολή δικαστικού ενσήμου (βλ. και Π 1485/2018 ΤρΝομΠλ ΝΟΜΟΣ, ΤριμΕφΛαρ 123/2019 ΤρΝομΠλ ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ, ΤριμΕφΑθ 296/2018 ΤρΝομΠλ ΝgΜοΣ, ΤρψΕφΘεσ 1354/2016 Αρμ 2017,1381, νι9 όμοια αντιμετώπιση του ζητήματος στα πλαίσια τοJ νομοθετικού καθεστώτος των άρθρων 72 παρ. 14 του Ν. 3994/2011 και 21Ιπbρ. 2 του Ν. 4055/2012, με τους οποίους εισήχθη το πρώτον η υποχρέωση καταβολής δικαστικού ενσήμου επί αναγνωριστικών αγωγών δια της αντικατάστασης του άρθρου 7 παρ. 3 του Ν. 1544/1942, πριν αυτό αντικατασταθεί εκ νέου με το άρθρο 33 του νόμου 4446/2016). Εν προκειμένω δε, η κρινόμενη αγωγή κατατέθηκε στις 27/11/2019, ήτοι πριν την αντικατάσταση του άρθρου 7 παρ. 3 του Ν. 1544/1942 δια του άρθρου 42 του Ν. 4640/2019 (ΦΕΚ Α190/30-11-2019), πλην όμως τράπηκε σε αναγνωριστική με τις προτάσεις του ενάγοντος που προκατατέθηκαν στις 6/3/2020, δηλαδή μετά τη δημοσίευση του νόμου αυτού, γεγονός που συνεπάγεται ότι υπόκειται σε δικαστικό ένσημο και ότι το αίτημα του ενάγοντος περί απόδοσης του ανωτέρω καταβληθέντος ενσήμου έπρεπε να απορριφθεί ως αβάσιμο.
Με την κρινόμενη προσεπίκληση και τη σωρευόμενη σε αυτήν παρεμπίπτουσα αγωγή, το προσεπικαλούν νοσοκομείο ιστορεί ότι σε βάρος του ασκήθηκε η ως άνω κύρια αγωγή, το περιεχόμενο της οποίας παραθέτει επί λέξει και ότι κατά τον χρόνο που διενεργήθηκε σης εγκαταστάσεις του η ιστορούμενη σε αυτήν χειρουργική επέμβαση ήταν ασφαλισμένο στην προσεπικαλούμενη - παρεμπιπτόντως εναγόμενη ασφαλιστική εταιρία για την έναντι τρίτων αστική του ευθύνη μέχρι του ποσού των 100.000 Ευρώ ανά ασφαλιστική περίπτωση και συγκεκριμένα γ\α κάθε σωματική βλάβη ή θάνατο. Με βάση τα περιστατικά αυτά, προσεπικαλεί την καθ' ης να παρέμβει υπέρ του στη δίκη που έχει ανο1χθεί με την κύρια αγωγή και ζητεί περαιτέρω να υποχρεωθεί η παρεμπιπτόντως εναγόμενη να του καταβάλει, σε περίπτωση ήττας του στην κύρια δίκη, όποιο ποσό υποχρεωθεί το ίδιο να καταβάλει στον ενάγοντα της κύριας αγωγής συμπεριλαμβανομένων τόκων καI εξόδων, έωςτο ποσό των 100.000 Ευρώ, νομιμοτόκως από την επίδοση της παρεμπίπτουσας αγωγής, να κηρυχθεί η απόφαση που θα εκδοθεί προσωρινά εκτελεστή και να καταδικαστεί η προσεπικαλούμενη - παρεμπιπτόντως εναγόμενη στα δικαστικά του έξοδα. Με το πιο πάνω περιεχόμενο η προσεπίκληση και η σωρευόμενη παρεμπίπτουσα αγωγή, που έχουν ασκηθεί παραδεκτά, είναι νόμιμες, στηριζόμενες η μεν προσεπίκληση στη διάταξη του άρθρου 88 ΚΠολΔ, λόγω της εκτιθέμενης ιδιότητας της προσεπικαλουμένης ασφαλιστικής εταιρίας ως δικονομικής εγγυήτριας του προσεπικαλούντος νοσοκομείου, η δε παρεμπίπτουσα αγωγή σε εκείνες των άρθρων 1 επ. του Ν. 2496/1997, 69 παρ. 1 ε', 176, 907 και 908 παρ. 1 ΚΠολΔ. εκτός από το παρεπόμενο περί τοκοφορίας αγωγ1κό αίτημα, το οποίο είναι απορριπτέο ως μη νόμιμο καθ' ο μέρος ζητείται η επιδίκαση τόκων από την επίδοση της παρεμπίπτουσας αγωγής, διότι τούτο θα συνεπάγετο ανεπίτρεπτο πλουτισμό του ασφαλισμένου έναντι της ασφαλιστικής του εταιρίας (βλ. και ΑΠ 1467/2009 ΤρΝομΠλ ΝΟΜΟΣ). Το ίδιο όμως αίτημα τυγχάνει νόμιμο από το χpον1κό σημείο καταβολής τov κυρίως ενάγοντα του ποσού που τυχόν θα του επιδικασθεί, παρότι τούτο δε ζητείται ευθέως, διότι στο μείζον αίτημα επιδίκασης τόκων από την επίδοση της αγωγής, δηλαδή από προγενέστερο χρονικό σημείο, περιλαμβάνεται ως έλασσον και το αίτημα τοκοφορίας από μεταγενέστερο χρόνο, όπως είναι στην προκειμένη περίπτωση η καταβολή στον κυρίως ενάγοντα του επιδικασθέντος με την κύρια αγωγή ποσού (πρβλ. ΑΠ 1288/1996 ΕλλΔνη 1997,1141, ΕφΛαρ 952/2005 ΑρχΝ 2006,667, ΕφΠειρ 996/2003 ΤρΝομΠλ ΝΟΜΟΣ). Πρέπει επομένως να ερευνηθούν περαιτέρω κατ' ουσία, εφόσον για την παρεμπίπτουσα, από 3/12/2019, καταψηφιστική αγωγή τηρήθηκε η διαδικασία του άρθρου 3 παρ. 2 του Ν. 4640/2019 (ΦΕΚ Α'190/30-11-2019) και καταβλήθηκε το προσήκον τέλος δικαστικού ενσήμου με τα αναλογούντα υπέρ ΤΝ και ΤΑΧΔΙΚ ποσοστά (βλ. το υπ' αριθμ. ………. ηλεκτρονικό παράβολο και το συνημμένο παραστατικό πληρωμής ηλεκτρονικού παραβόλου ……………………………..).
Με την κρινόμενη πρόσθετη παρέμβαση η αμέσως πιο πάνω προσεπικαλούμενη ασφαλιστική εταιρία εκθέτει ότι κατά το χρονικό διάστημα από 1/11/2018 έως 1/3/2019 το προσεπικαλούν νοσοκομείο ήταν ασφαλισμένο σε αυτήν για την έναντι τρίτων αστική του ευθύνη από σωματικές βλάβες. Με βάση τα περιστατικά αυτά, δηλώνει ότι παρεμβαίνει προσθέτως υπέρ του εναγομένου νοσοκομείου στη δίκη που ανοίχθηκε με την κύρια αγωγή και ζητεί την από1ριψη αυτής και την καταδίκη του καθ' ου η πρόσθετη παρέμβαση - κυρίως ενάγοντα στα δικαστικά της έξοδα. Με το πιο πάνω περιεχόμενο η πρόσθετη παρέμβαση, που έχει ασκηθεί παραδεκτά, είναι νόμιμη, στηριζόμενη στο άρθρο 80 ΚΠολΔ.
Από την υπ' αριθμ. ………. ένορκη βεβαίωση, ενώπιον του Ειρηνοδίκη Θεσσαλονίκης, των μαρτύρων του κυρίως ενάγοντα: α) ………………….., β) ………………….. και γ) …………………….., που ελήφθη κατόπιν νομότυπης και εμπρόθεσμης κλήτευσης των εναγομένων της κύριας αγωγής και της προσθέτως παρεμβαίνουσας ασφαλιστικής εταιρίας (βλ. αντίστοιχα την υπ' αριθμ…………………….. έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Θεσσαλονίκης, με έδρα το Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης, ……………………… και την υπ' αριθμ. …………………………έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Πειραιά …………….), από τις υπ' αριθμ. ……………. και ………………. ένορκες βεβαιώσεις, ενώπιον της συμβολαιογράφου Θεσσαλονίκης …………………., των μαρτύρων των κυρίως εναγομένων, ……………….. και ……………… αντίστοιχα, που ελήφθησαν μετά από νομότυπη και εμπρόθεσμη κλήτευση του κυρίως ενάγοντα (βλ. την υπ' αριθμ. ………. έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Θεσσαλονίκης……………) και από όλα τα έγγραφα και τις φωτογραφίες που επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Ο ενάγων της κύριας αγωγής, ο οποίος είναι ομότιμος καθηγητής παθολογίας του Α.Π.Θ. (γεννημένος στις ……), αντιμετωπίζει από πολλά έτη διάφορα προβλήματα υγείας καρδιολογικής ιδίως φύσεως, καθώς το 198χ και το 198χ υπέστη δύο οξέα εμφράγματα του μυοκαρδίου με συνέπεια να υποβληθεί μετά το δεύτερο έμφραγμα σε χειρουργική επέμβαση τριπλής αορτοστεφανιαίας παράκαμψης, ενώ παράλληλα πάσχει από 30ετίας από σακχαρώδη διαβήτη. Στις 5/1/2019 ξύπνησε αισθανόμενος έντονο άλγος στο αριστερό κάτω άκρο, στην περιοχή της κνήμης και για τον λόγο αυτό διακομίστηκε με ασθενοφόρο στο τρίτο εναγόμενο νοσοκομείο που την ημέρα εκείνη εφημέρευε. Κατά την εξέτασή του στο Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών (Τ.Ε.Π.) του ανωτέρω νοσοκομείου από τον δεύτερο εναγόμενο ιατρό, που την περίοδο εκείνη παρείχε τις υπηρεσίες του σε αυτό ως ειδικευόμενος αγγειοχειρουργός (βλ. και την επικαλούμενη και προσκομιζόμενη, από 21/4/2015, σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ειδικευομένου ιατρού), διαπιστώθηκε οξεία ισχαιμία του αριστερού κάτω άκρου οφειλόμενη σε θρόμβωση της μηριαίας αρτηρίας και για τον λόγο αυτόν το απόγευμα της ίδιας ημέρας υποβλήθηκε υπό γενική αναισθησία σε χειρουργική επέμβαση θρομβοεμβολεκτομής με καθετήρα FOGARTY. Η επέμβαση διενεργήθηκε από την πρώτη εναγόμενη ειδική αγγειοχειρουργό, προς την οποία ο ενάγων είχε προηγουμένως παράσχει την έγγραφη συγκατάθεσή του για την πραγματοποίησή της, ιμε βοηθό τον δεύτερο εναγόμενο ειδικευόμενο αγγειοχειουργό. Ο ενάγων βέβαια ισχυρίζεται με την αγωγή του ότι στην πραγματικότητα η επέμβαση πραγματοποιήθηκε αποκλειστικά από τον δεύτερο εναγόμενο κατ' εντολή του υπευθύνου του ιατρικού τμήματος του τρίτου εναγομένου νοσοκομείου και με την έγκριση της πρώτης εναγομένης, πλην όμως ο ισχυρισμός του αυτός αντικρούεται: α) από το επικαλούμενο και προσκομιζόμενο από τους εναγομένους, από 5/1/2019, χειρόγραφο έντυπο χειρουργείου της νοσηλευτικής υπηρεσίας του νοσοκομείου, που φέρει τις μη αμφισβητούμενες υπογραφές της πρώτης εναγομένης χειρουργού και της υπεύθυνης εργαλειοδότριας νοσοκόμας, στο οποίο ρητά μνημονεύονται τόσο τα ονόματα αμφοτέρων των δύο πρώτων εναγομένων, όσο και οι ιδιότητες με τις οποίες μετείχαν στην επέμβαση, β) από το επικαλούμενο και προσκομιζόμενο και από τον ίδιο τον ενάγοντα διάγραμμα αναισθησίας, που συντάχθηκε από τον αναισθησιολόγο που μετείχε στην επέμβαση, στο οποίο επίσης αναφέρονται κατά σειρά ως χειρουργοί η πρώτη και ο δεύτερος των εναγομένων, ενώ στο ίδιο συμπέρασμα καταλήγει και η από 18/11/2019 έκθεση ΕΔΕ που διενεργήθηκε από την 3η Υγειονομική Περιφέρεια κατόπιν σχετικής καταγγελίας του ενάγοντος. Σε αντίθετη δε κρίση δε δύνανται να οδηγήσουν ούτε το δακτυλογραφημένο σε ηλεκτρονικό υπολογιστή πρακτικό χειρουργείου, στο οποίο αναφέρονται κατά σειρά ως χειρουργοί πρώτα ο δεύτερος και στη συνέχεια η πρώτη των εναγομένων, αφού το γεγονός αυτό δεν αναιρεί το περιεχόμενο του χειρόγραφου πρακτικού της νοσηλευτικής υπηρεσίας που προδήλως συντάχθηκε αμέσως μετά την ολοκλήρωση της επέμβασης και αναφέρει αναλυτικά τις ιδιότητες εκάστου των δύο πρώτων εναγομένων ως χειρουργού και βοηθού χειρουργού αντίστοιχα ούτε το επικαλούμενο και προσκομιζόμενο από τον ενάγοντα έντυπο ανάνηψης του Αναισθησιολογικού Τμήματος του νοσοκομείου, στο οποίο αναφέρεται υπό την ένδειξη «χειρουργός)) μόνο το όνομα του δευτέρου εναγομένου, καθώς αυτό αφορά το διάστημα κατά το οποίο ο ενάγων παρέμεινε στο Τμήμα Ανάνηψης και συνεπώς συντάχθηκε από αναισθησιολόγο μετά την ολοκλήρωση της χειρουργικής επέμβασης, σε αντίθεση με το χειρόγραφο πρακτικό της νοσηλευτικής υπηρεσίας και το διάγραμμα αναrσθησίας που συντάχθηκαν αμέσως μετά την επέμβαση από πρόσωπα που αποδεδειγμένα μετείχαν σε αυτήν. Σε ό,τι αφορά εξάλλου την ίδια την επέμβαση, αποδεικνύεται ότι πραγματοποιήθηκε με επιμήκη τομή στην αριστερή μηροβουβωνική χώρα, που όπως εκθέτει ο ενάγων χωρίς να αμφισβητείται από τους εναγομένους είχε μήκος 1Ο εκατοστών, μέσω της οποίας προωθήθηκε καθετήρας FOGARTY Νο 4 στη μηριαία αρτηρία και αφαιρέθηκε το θρομβωτικό υλικό (βλ. και το επrκαλούμενο και προσκομιζόμενο πρακτικό χειρουργείου). Τις δύο επόμενες ημέρες επιβεβαιώθηκε από τους εφημερεύοντες ιατρούς που επισκέφθηκαν τον ενάγοντα στον θάλαμο νοσηλείας του ότι υπάρχει φυσιολογική ροή του αίματος στην εγχειρισθείσα αρτηρία καr ομαλή μετεγχειρητική πορεία. οπότε αυτός έλαβε εξιτήριο στις 7/1/2019 (βλ. και το επικαλούμενο και προσκομιζόμενο ενημερωτικό σημείωμα ασθενούς). Αποδεικνύεται ακόμη ότι τις επόμενες ημέρες μετά την έξοδό του από το τρίτο εναγόμενο νοσοκομείο ο ενάγων παρουσίασε έντονο οίδημα στο αριστερό κάτω άκρο, από το άνω τριτημόριο του μηρού έως το άκρο του ποδιού, καθώς και ερυσιπελατοειδές εξάνθημα στη μεσότητα της κνήμης, ήτοι εξάνθημα οφειλόμενο σε λοίμωξη του δέρματος κα1 των λεμφαγγείων, ενώ επιπρόσθετα υπήρχε πυώδης συλλογή με εκροή οροπuώδους υγρού στην περιοχή της χειρουργικής τομής, δηλαδή στην έσω επιφάνεια του μηρού (βλ. περί των ανωτέρω και την από 9/1/2019 ιατρική γνωμάτευση της παθολόγου …………… που τον εξέτασε στην οικία του). Ακολούθως και συγκεκριμένα στις 30/1/2019 ο ενάγων μετέβη στο ………………… Γενικό Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης λόγω δύσπνοιας και θωρακικού άλγους και νοσηλεύθηκε για μία ημέρα στη………Παθολογική Κλινική του νοσοκομείου αυτού, λαμβάνοντας κατά το εξιτήριό του το ακόλουθο πληροφοριακό σημείωμα ασθενούς: «Κατά την εισαγωγή του έγινε υπερηχογράφημα καρδιάς όπου διαπιστώθηκε ότι υπήρχε μεγάλη αύξηση της πίεσης στην πνευμονική αρτηρία (62 mmHg), καθώς και ελαττωμένο κλάσμα εξώθησης. Τέθηκε η υπόνοια πνευμονικής εμβολής, οπότε διενεργήθηκε άμεσα αξονική τομογραφία πνευμόνων με πρωτόκολλο πνευμονικής εμβολής, όπου όμως δεν διαπιστώθηκε εικόνα πνευμονικής εμβολής. Με βάση όμως τηv κλιvική εικόνα, το προηγούμενο ιστορικό της πρόσφατης αγγειοχειρουργικής επέμβασης και την υψηλή πίεση στην πνευμονική αρτηρία, δεν μπορούσε να αποκλειστεί η πιθανότητα ύπαρξης πνευμονικής εμβολής σε μικρούς κλάδους που δεν απεικονίσθηκαν, οπότε συνεχίστηκε η αντιπηκτική αγωγή (απιξαμπάνη 5 mg Χ 2). Παράλληλα, διαπιστώθηκε τόσο κλινικά όσο και απεικονιστικά η ύπαρξη αρχόμενου πνευμονικού οιδήματος. οπότε δόθηκε έντονη διουρητική αγωγή με φουροσεμίδη (7 amp συνολικά) σε συνδυασμό με ενδοφλέβια νιτρώδη, με αποτέλεσμα να υπάρξει αποβολή μεγάλου όγκου ούρων (σχεδόν 10 λίτρα συνολικά) και γρήγορη κλινική βελτίωση. Ο ασθενής εμφάνισε επιπλέον έντονο οίδημα στο αριστερό κάτω άκρο και έντονη λεμφόρροια, όπου είχε γίνει πρόσφατα η αγγειοχειρουργική επέμβαση εμβολεκτομής. Επιπλέον, εμφανίζει ιστορικό στεφανιαίας νόσου με αγγειοπλαστική και αορτοστεφανιαία παράκαμψη, σακχαρώδη διαβήτη και δυσλιπιδαιμία υπό αγωγή, ενώ αναφέρει κα1 οξεία επιδείνωση της νεφρικής λειτουργίας από σκιαστικό μετά την επέμβαση. Κατά τη νοσηλεία του στην κλινική μας εμφάνισε βελτίωση της κλινικής του κατάστασης, οπότε εξέρχεται με τροποποίηση της θεραπευτικής του αγωγής και σύσταση για επανέλεγχο». Ο ενάγων ισχυρίζεται με την αγωγή του ότι κατά την επέμβαση της θρομβοεμβολεκτομής η τομή που του έγινε ήταν κατά πολύ μεγαλύτερη των μεγίστων επιτρεπομένων ορίων, αφού είχε μήκος 10 εκατοστών ενώ συνίσταται να κυμαίνεται μεταξύ 3 έως 5 εκατοστών, καθώς επίσης κα1 ότι η εισαγωγή του καθετήρα εντός της μηριαίας αρτηρίας έγινε αμελώς επιφέροντας κακώσεις υποδορίως, με συνέπεια αφενός μεν να υποστεί λεμφοίδημα και φλεβική θρόμβωση που ακολούθως προκάλεσαν όλα τα προαναφερόμενα καρδιολογικά προβλήματα, ήτοι πνευμονικό οίδημα, πνευμονική εμβολή και σοβαρή επιβάρυνση της καρδιακής λειτουργiας λόγω μείωσης του κλάσματος εξώθησης ποu οδηγεί σε μείωση του προσδόκιμου ζωής, αφετέρου δε να προκληθεί μόνψο οίδημα στο αριστερό κάτω άκρο του που μειώνει την κινητικότητά του, αφού παρουσιάζει αδυναμία βάδισης σε απόσταση άνω των 500 μέτρων και έλλειψη αντοχής τόσο σε ορθοστασία, όσο και σε καθιστή θέση. Τους ισχυρισμούς δε αυτούς επιβεβαιώνουν στην ένορκη βεβαιωσή τους ο …….., αναπληρωτής καθηγητής παθολογίας του Α.Π.Θ., ο οποίος ήταν ο θεράπων ιατρός του στο νοσοκομείο ……………………… (βλ. και προαναφερόμενο πληροφοριακό σημείωμα) και αναφέρει επί λέξει ότι «η θρόμβωση του κάτω άκρου θα μπορούσε να αποτελέσει την πηγή του θρόμβου και της πιθανής πνευμονικής εμβολής», κάνοντας παράλληλα λόγο για καρδιακή ανεπάρκεια με ελαττωμένο κλάσμα εξώθησης της αριστερής κοιλίας της καρδιάς (40%) που ήδη μειώθηκε περαιτέρω σε ποσοστό 30%, αλλά και για εμφανή διόγκωση στο αριστερό κάτω άκρο που περιορίζει την κινητικότητα του ενάγοντος, καθώς και ο……………, καθηγητής παθολογίας του Α.Π.Θ. και διευθυντής της … Παθολογικής Κλινικής του …………….Νοσοκομείου ο οποίος επίσης κάνει λόγο για οξύ πνευμονικό οίδημα, π1ιθαvή πνευμονική εμβολή και σταδιακή επιδείνωση της καρδιακής λειτουργίας του ενάγοντος χωρίς να αποκλείει ρητά τη σύνδεση1 των καταστάσεων αυτών με την προηγηθείσα επέμβαση θρομβοεμβολεκτομής, επιβεβαιώνοντας επίσης το συνεχιζόμενο οίδημα στο αριστερό κάτω άκρο και την ύπαρξη μεταθρομβωτικού συνδρόμου και ίνωσης στη μηριαία φλέβα του άκρου αυτού, που περιορίζουν σε σημαντικό βαθμό την κινητικότητά του. Από την άλλη πλευρά, οι εναγόμενοι αρνούνται ότι υπήρξε οποιουδήποτε είδους πλημμέλεια κατά τη διενέργεια της επίδικης επέμβασης, ισχυριζόμενοι περαιτέρω ότι το μήκος της χειρουργικής τομής ήταν το ενδεδειγμένο λόγω της μεγάλης σωματοδομής του ενάγοντος (86 κιλά) και του σημείου αυτής, που εντοπίζεται πλησίον της μηροβουβωνικής χώρας, ότι για επιστημονικούς λόγους είναι αδύνατη η διασύνδεση της επέμβασης, που αφορούσε την αφαίρεση θρόμβου από αρτηριακό στέλεχος αγγείου, με τα όποια καρδιολογικά προβλήματα εμφάνισε στη συνέχεια ο ενάγων, τα οποία σε κάθε περίπτωση σχετίζονται με αποκόλληση θρόμβου από φλεβικό και όχι αρτηριακό στέλεχος αγγείου και οφείλονται αποκλειστικά στη χρονίως επιβαρυμένη υγεία της καρδιάς του, αρνούμενοι ειδικότερα ότι αυτός υπέστη πνευμονική εμβολή και ακόμη ότι το οίδημα που παρουσίασε στο αριστερό κάτω άκρο του είναι φυσιολογικό επακόλουθο της επ6ναιμάτωσης της περιοχής μετά την αφαίρεση του θρόμβου που είχε δημιουργηθεί στη μηριαία αρτηρία. Τους ισχυρισμούς τους αυτούς επιβεβαιώνουν με τις ανωτέρω ένορκες βεβαιώσεις τους…………..,αναπληρωτής καθηγητής αγγειοχειρουργικής του Α.Π.Θ., στέλεχος της Πανεπιστημιακής Χειρουργικής Κλινικής στο εναγόμενο νοσοκομείο και ………………, επίκουρος καθηγητής αγγειοχειρουργικής του Α.Π.Θ., στέλεχος της ίδιας ως άνω κλινικής, όπως επίσης και οι ………………, αναισθησιολόγος - εντατικολόγος και διευθυντής της Μονάδας Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ) του εv λόγω νοσοκομείου και …………….., καθηγητής αγγειοχειρουργικής του Α.Π.Θ., επίσης στέλεχος του νοσοκομείου αυτού, με τις επικαλούμενες και προσκομιζόμενες υπ' αριθμ. ………… και …………. αντιστοίχως ένορκες βεβαιώσεις τους ενώπιον της προαναφερόμενης συμβολαιογράφου ……………….., που δόθηκαν στα πλαίσια άλλης δίκης και λαμβάνονται υπόψη ως δικαστικά τεκμήρια. Παρέπεται από τα παραπάνω ότι τα διάδικο μέρη προβάλουν αντικρουόμενους και αντιφατικούς ισχυρισμούς, που δεν αποδεικνύονται από το υπάρχον αποδεικτικό υλικό, συμπεριλαμβανομένου του απαλλακτικού για τους δύο πρώτους εναγομένους πορiσματος της προαναφερόμενης έκθεσης ΕΔΕ, δεδομένου ότι αυτή δεν αναφέρεται στο μήκος της χειρουργικής τομής και στη μη υποχώρηση του οιδήματος στο κάτω άκρο του ενάγοντος ούτε λαμβάνει σαφή θέση για την αιτιολογία του πνευμονικού οιδήματος που ακολούθως παρουσίασε. Συνεπώς, ενόψει των ανωτέρω ζητημάτων, για τη διακρίβωση των οποίων απαιτούνται ειδικές γνώσεις της ιατρικής επιστήμης, κρίνεται απολύτως αναγκαίο, κατά παραδοχή! του σχετικού αιτήματος του κυρίως ενάγοντος, να αναβληθεί η έκδοση οριστικής απόφασης, προκειμένου να διεξαχθεί με επιμέλεια του επιμελέστερου των διαδίκων πραγματογνωμοσύνη από δύο πραγματογνώμονες και συγκεκριμένα από έναν αγγειοχειρουργό και έναν καρδιολόγο, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας και με τη σημείωση ότι ο οριζόμενος ως πραγματογνώμονας αγγειοχειρουργός περιλαμβάνεται στον πίνακα πραγματογνωμόνων του Πρωτοδικείου Κατερίνης, καθώς στον αντίστοιχο πίνακα του παρόντος Δικαστηρίου δεν περιλαμβάνονται ιατροί της συγκεκριμένης ειδικότητας (βλ. και Τέντε σε Κεραμέα/Κονδύλη/Νiκα ΕρμΚΠολΔ, άρθρο 372 αρ. 1). Πρέπει τέλος να απορριφθεί το αίτημα του ενάγοντος περί αναστολής της προκείμενης δίκης, κατ' άρθρον 250 ΚΠολΔ, λόγω του ότι κατόπιν μηνυτήριας αναφοράς του διατάχθηκε προκαταρκτική εξέταση σε βάρος όλων των υπευθύνων για τις σε βάρος του αμελείς πράξεις και παραλείψεις, καθώς για την αναστολή της δίκης με βάση την προαναφερόμενη διάταξη απαιτείται άσκηση ποινικής δίωξης, που εν προκειμένω δεν αποδεικνύεται ότι ασκήθηκε, χωρίς να αρκεί μόνη η υποβολή εγκλήσεως ή μηνύσεως ούτε η διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης (βλ. και Μακρiδου σε Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα ΕρμΚΠολΔ, άρθρο 250 αρ. 2). Δικαστικά έξοδα δεν επιδικάζονται, διότι η παρούσα απόφαση δεν είναι οριστική.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων την αγωγή, την προσεπίκληση - παρεμπίπτουσα αγωγή και την πρόσθετη παρέμβαση.
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ να επιστραφεί στον ενάγοντα -το υπ' αριθμ. …………..ηλεκτρονικό παράβολο μετά της συνημμένης σε αυτό, από 1/4/2021, απόδειξης πληρωμής της τράπεζας ΠΕΙΡΑΙΩΣ.
ΑΝΑΒΑΛΛΕΙ κατά τα λοιπά την έκδοση οριστικής απόφασης.
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης με επιμέλεια του επιμελέστερου των διαδίκων.
ΔΙΟΡΙΖΕΙ πραγματογνώμονες: (Α) τον ειδικό αγγειοχειρουργό ………., κάτοικο ………………….., τηλ. ……… και (Β) τον ειδικό καρδιολόγο ………, κάτοικο ………(άνευ ειδικότερης διεύθυνσης), τηλ. ……….., που περιλαμβάνονται ο μεν πρώτος στον πίνακα πραγματογνωμόνων που Πρωτοδικείου Κατερίνης, πραγματογνωμόνων που τηρείται στη γραμματεία του ο δε δεύτερος στον πiνακα τηρείται στη γραμματεία του Πρωτοδικείου αυτού, οι οποίοι καλούνται να δώσουν τον όρκο του πραγματογνώμονα ενώπιον του Δικαστηρίου εντός προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από την κο1νοποίηση σε αυτούς της παρούσας απόφασης και εν συνεχεία, αφού λάβουν υπόψη τους τα έγγραφα της δικογραφίας, καθώς και όσα άλλα έγγραφα τους προσκομίσουν οι διάδικο, και επιπρόσθετα αφού εξετάσουν τον ενάγοντα, να συντάξουν έκθεση πραγματογνωμοσύνης, στην οποία με αιτιολογημένες σκέψεις να γνωμοδοτήσουν για τα εξής ζητήματα: Α) ο ειδικός αγγειοχειρουργός: 1) εάν το μήκος της χειρουργικής τομής που διενεργήθηκε στον κυρίως ενάγοντα κατά την επέμβαση θρομβοεμβολεκτομής στην οποία υποβλήθηκε ήταν το ενδεδειγμένο βάσει του σωματικού του βάρους και του σημείου του σώματός του όπου αυτή εντοπίζεται ή εάν υπερέβαινε τα ανώτατα συνιστώμενα όρια για τέτο1ου είδους επεμβάσεις και στην τελευταία αυτή περίπτωση με ποιους κινδύνους συνέχεται η διενέργεια τέτοιας τομής, 2) εάν το οiδημα στο αριστερό κάτω άκρο του ενάγοντος οφείλεται σε υπερβολικό μήκος της χειουργικής τομής ή σε εσφαλμένους χειρισμούς κατά την εισαγωγή του καθετήρα κατά τη διενέργεια της θρομβοεμβολεκτομής ή αντίθετα εάν αποτελεί φυσιολογικό επακόλουθο της επαναιμάτωσης της μηριαίας αρτηρίας και στην τελευταία περίπτωση μετά από πόσο χρονικό διάστημα υποχωρεί το οίδημα αυτό, 3) εάν ο ενάγων εξακολουθεί να παρουσιάζει οίδημα στο αριστερό κάτω άκρο του και σε καταφατική περίπτωση, εάν αυτό περιορίζει την κ1νητικότητά του και σε ποιο βαθμό, 4) εάν εξαιτίας του μήκους της συγκεκριμένης χειρουργικής τομής προκλήθηκε λεμφοίδημα και σε καταφατική περίπτωση. εάν αυτό συνδέεται αιτιωδώς με τα συμπτώματα πνευμονικής εμβολής, το πνευμονικό οίδημα και τηr καρδιακή ανεπάρκεια του ενάγοντος. Β) 1 ο ειδικός καρδιολόγος: 1) εάν ο ενάγων υπέστη στις 30/112019 πνευμονική εμβολή, 2) εάν το κλάσμα εξώθησης της αριστερής κοιλίας της καρδιάς του μειώθηκε μετά την ημερομηνία όυτή ή εάν ήταν ήδη μειωμένο σε σχέση με το φυσιολογικό, 3) εάν τα καρδιολογικά προβλήματα που παρουσίασε κατά την ως άνω ημερομηνία οφείλονται ή όχι στην προηγηθείσα επέμβαση θρομβοεμβολεκτομής. Η έκθεση πραγματογνωμοσύνης πρέπει να κατατεθεί στη γραμματεία αυτού του Δικαστηρίου εντός
ΚΡΙΘΗΚΕ και αποφασίσθηκε στις 7/9/2021
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στη Θεσσαλονίκη, στις 15/9/2021
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ