logo-print

Ιρλανδικά tax rulings υπέρ της Apple: Ακυρώθηκε η απόφαση της Κομισιόν για την ανάκτηση 13 δισ. ευρώ

Apple: Άκυρη η επίμαχη απόφαση, σύμφωνα με την οποία η Ιρλανδία όφειλε να ανακτήσει από τον τεχνολογικό κολοσσό 13 δισ. ευρώ

16/07/2020

16/07/2020

Τεχνητή Νοημοσύνη & ανταγωνισμός
Τεχνητή Νοημοσύνη & ανταγωνισμός

Επιμέλεια: Γεώργιος Π. Κανέλλος

Με τη δημοσιευθείσα στις 15-07-2020 απόφασή του, το Γενικό Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΓΔΕΕ) ακύρωσε την απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σχετικά με τις ιρλανδικές φορολογικές αποφάσεις -γνωστές ως “tax rulings”- υπέρ της εταιρίας Apple. 

Διαβάστε σχετικά: Κομισιόν: 13 δισεκατομμύρια ευρώ σε φόρους πρέπει να καταβάλει η Apple στην Ιρλανδία

Ειδικότερα, το ΓΔΕΕ ακύρωσε την επίμαχη απόφαση της Επιτροπής, καθώς η Επιτροπή δεν κατάφερε να αποδείξει επαρκώς κατά τον νόμο την ύπαρξη πλεονεκτήματος κατά την έννοια του άρθρου 107, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ.

Ιστορικό της υποθέσεως

Το 2016, η Επιτροπή υιοθέτησε απόφαση [απόφαση (ΕΕ) 2017/1283 σχετικά με την κρατική ενίσχυση SA.38373 (2014/C) (πρώην 2014/NN) (πρώην 2014/CP) που χορηγήθηκε από την Ιρλανδία στην Apple] σχετικά με δυο φορολογικές αποφάσεις τύπου «tax ruling» που εκδόθηκαν από την ιρλανδική φορολογική διοίκηση (Irish Revenue) στις 29 Ιανουαρίου 1991 και στις 23 Μαΐου 2007 υπέρ της Apple Sales International και της Apple Operations Europe, οι οποίες συστάθηκαν ως εταιρίες ιρλανδικού δικαίου, αλλά όχι υποκείμενες σε φόρο στην Ιρλανδία. Με τις επίμαχες φορολογικές αποφάσεις εγκρίθηκαν μέθοδοι που χρησιμοποιούνταν από την Apple Sales International και την Apple Operations Europe για τον επιμερισμό των κερδών στην Ιρλανδία, αναφορικά με την εμπορική δραστηριότητα στα αντίστοιχα ιρλανδικά υποκαταστήματά τους. Η απόφαση του 1991 εφαρμοζόταν έως το 2007 οπότε και αντικαταστάθηκε από την απόφαση του 2007, η οποία ίσχυσε έως την εφαρμογή της νέας εταιρικής δομής της Apple στην Ιρλανδία το 2014.

Με την απόφασή της, η Επιτροπή εκτίμησε ότι οι επίμαχες φορολογικές αποφάσεις συνιστούσαν κρατική ενίσχυση που παράνομα τέθηκε σε εφαρμογή από την Ιρλανδία. Η ενίσχυση κηρύχθηκε ασύμβατη με την εσωτερική αγορά. Η Επιτροπή απαίτησε την ανάκτηση των επίμαχων ενισχύσεων. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Επιτροπής, η Ιρλανδία είχε χορηγήσει στην Apple 13 δισεκατομμύρια ευρώ παράνομων φορολογικών πλεονεκτημάτων.

Η Ιρλανδία (υπόθεση Τ-778/16) και οι Apple Sales International και Apple Operations Europe (υπόθεση Τ-892/16) ζήτησαν από το ΓΔΕΕ να ακυρώσει την απόφαση της Επιτροπής.

Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Με την απόφασή του αυτή, το Γενικό Δικαστήριο ακύρωσε την επίμαχη απόφαση της Επιτροπής, καθώς η Επιτροπή δεν κατάφερε να αποδείξει επαρκώς κατά τον νόμο την ύπαρξη πλεονεκτήματος κατά την έννοια του άρθρου 107, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ.

Σύμφωνα με το Γενικό Δικαστήριο, η Επιτροπή έσφαλε ως προς την κρίση της ότι χορηγήθηκε στις Apple Sales International και Apple Operations Europe οικονομικό πλεονέκτημα επιλεκτικής φυσεως και, κατ’ επέκταση, κρατική ενίσχυση. 

Το Γενικό Δικαστήριο συμμερίστηκε τις εκτιμήσεις της Επιτροπής σχετικά με το κανονικό φορολογικό καθεστώς δυνάμει του εν προκειμένω εφαρμοστέου ιρλανδικού φορολογικού δικαίου, ιδίως λαμβάνοντας υπόψη τα εργαλεία που έχει αναπτύξει ο ΟΟΣΑ, όπως η αρχή περί ανεξαρτησίας και συμμετοχής επί ίσοις όροις στις συναλλαγές (“arm’s length principle”), προκειμένου να ελέγξει κατά πόσον το επίπεδο των φορολογητέων κερδών το οποίο έλαβαν υπόψη τους οι ιρλανδικές φορολογικές αρχές ανταποκρίνεται σε αυτό το οποίο θα είχε σημειωθεί σε συνθήκες αγοράς. 

Εντούτοις, το Γενικό Δικαστήριο διαπίστωσε ότι η Επιτροπή κατέληξε εσφαλμένως, όσον αφορά την κύρια βάση της επιχειρηματολογίας της, ότι οι ιρλανδικές φορολογικές αρχές χορήγησαν στις Apple Sales International και Apple Operations Europe πλεονέκτημα με το να μην επιμερίσουν στα ιρλανδικά υποκαταστήματά τους τις άδειες πνευματικής ιδιοκτησίας της Apple Group που κατέχουν οι Apple Sales International και Apple Operations Europe και, κατά συνέπεια, το σύνολο του εισοδήματος από εμπορική δραστηριότητα των Apple Sales International και Apple Operations Europe, που σημειώθηκε μέσω των πωλήσεων της Apple Group στις περιοχές της Βόρειας και Νότιας Αμερικής. Κατά το Γενικό Δικαστήριο, η Επιτροπή όφειλε να αποδείξει ότι ο συγκεκριμένος τζίρος αντιπροσωπεύει την αξία των συναλλαγών που διεξάγουν πράγματι τα ίδια τα ιρλανδικά υποκαταστήματα, ενόψει, μεταξύ άλλων, των δραστηριοτήτων και των λειτουργιών που πραγματοποιούν τα ιρλανδικά υποκαταστήματα των Apple Sales International και Apple Operations Europe, αφενός, και των αποφάσεων στρατηγικής σημασίας που λαμβάνονται και εφαρμόζονται εκτός του πλαισίου των συγκεκριμένων υποκαταστημάτων, αφετέρου. 

Πρόσθετα, το Γενικό Δικαστήριο κατέληξε ότι η Επιτροπή δεν κατάφερε να αποδείξει, όσον αφορά την επικουρική βάση της επιχειρηματολογίας της, λάθη στις μεθόδους υπολογισμού στις αμφισβητούμενες φορολογικές αποφάσεις που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε μείωση των φορολογητέων κερδών των Apple Sales International και Apple Operations Europe στην Ιρλανδία. Μολονότι το Γενικό Δικαστήριο αναγνώρισε την ελλιπή και περιστασιακώς ασυνεπή φύση των επίμαχων φορολογικών αποφάσεων, οι πλημμέλειες που εντόπισε η Επιτροπή δεν αρκούν, καθαυτές, για να αποδείξουν την ύπαρξη πλεονεκτήματος κατά την έννοια του άρθρου 107, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ.

Πρόσθετα, το Γενικό Δικαστήριο συμπέρανε ότι η Επιτροπή δεν απέδειξε, όσον αφορά την εναλλακτική βάση της επιχειρηματολογίας της, ότι οι επίμαχες φορολογικές αποφάσεις ελήφθησαν κατά την άσκηση διακριτικής ευχέρειας από την πλευρά των ιρλανδικών φορολογικών αρχών και ότι, επομένως, χορηγήθηκε στις Apple Sales International και Apple Operations Europe πλεονέκτημα επιλεκτικής φύσεως. 

Γίνεται υπόμνηση ότι η προσφυγή ακυρώσεως αποσκοπεί στην ακύρωση πράξεων των οργάνων της Ένωσης που αντιβαίνουν στο δίκαιο της Ένωσης. Υπό ορισμένες προϋποθέσεις, τα κράτη μέλη, τα όργανα της Ένωσης και οι ιδιώτες μπορούν να ασκήσουν προσφυγή ακυρώσεως ενώπιον του Δικαστηρίου ή του Γενικού Δικαστηρίου. Αν η προσφυγή είναι βάσιμη, η πράξη ακυρώνεται. Το καθ’ ού όργανο της Ένωσης οφείλει να καλύψει το ενδεχόμενο κενό δικαίου που δημιουργεί η ακύρωση της πράξεως. Επιπλέον, κατά της αποφάσεως του Γενικού Δικαστηρίου μπορεί να ασκηθεί αναίρεση, περιοριζόμενη σε νομικά ζητήματα, ενώπιον του Δικαστηρίου, εντός δύο μηνών και δέκα ημερών από της κοινοποιήσεώς της.

Το πλήρες κείμενο της αποφάσεως είναι διαθέσιμο στα αγγλικά και στα γαλλικά στην ιστοσελίδα CURIA

Η υποστήριξή της κατηγορίας υπό το πρίσμα του νέου Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

ΜΑΡΙΑΝΝΑ ΚΟΥΔΕΛΗ

ΠΟΙΝΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ / ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑ

Πολιτειολογία